Ἐπιδαυρίας

Ἐπιδαυρίας
Ἐπιδαυρίᾱς , Ἐπιδαύριος
fem acc pl
Ἐπιδαυρίᾱς , Ἐπιδαύριος
fem gen sg (attic doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Σαλαφτονήσι — Μικρό νησί του δυτικού Σαρωνικού, δυτικά του μικρού επίσης νησιού Κυρά. Απέχει τρία ναυτικά μίλια από το ακρωτήριο Τραχείλι, το αρχαίο Σπείραιον της Επιδαυρίας …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”